Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • υπέρθεση [ὑπέρθεση] υ-πέρ-θε-ση ουσ. (θηλ.) 1. ΤΥΠΟΓΡ. συνδυασμός δύο διαφορετικών εικόνων ή γραφημάτων σε μία κοινή, σύνθετη απεικόνιση με επάλληλη τοποθέτηση των επιφανειών στις οποίες αυτές/αυτά αποτυπώνονται: ~ αεροφωτογραφιών σε γεωφυσικούς χάρτες. 2. ΦΥΣ. η δυνατότητα ενός υλικού σωματιδίου να βρίσκεται σε δύο ή περισσότερες καταστάσεις ταυτόχρονα: κβαντική ~.|| ~ κυμάτων. ● ΣΥΜΠΛ.: αρχή της επαλληλίας/υπέρθεσης βλ. επαλληλία [< μτγν. ὑπέρθεσις 'τοποθέτηση πάνω σε κάτι']

επαλληλία

επαλληλία[ἐπαλληλία] ε-παλ-λη-λί-α ουσ. (θηλ.) (λόγ.): αλληλοδιαδοχή, ακολουθία, σειρά: ~ καταστάσεων. (ΦΥΣ.) ~ κυμάτων. ● ΣΥΜΠΛ.: αρχή της επαλληλίας/υπέρθεσης 1. ΓΕΩΛ. νόμος της στρωματογραφίας σύμφωνα με τον οποίο σε μια σειρά ιζηματογενών πετρωμάτων κάθε στρώμα είναι αρχαιότερο από τα ανώτερά του. 2. ΦΥΣ. αρχή της φυσικής σύμφωνα με την οποία, για κάθε γραμμικό σύστημα, το συνολικό αποτέλεσμα ενός φαινομένου είναι ίσο με το άθροισμα των αποτελεσμάτων των επί μέρους φαινομένων από τα οποία αποτελείται. [< αγγλ. superposition principle] [< μτγν. ἐπαλληλία ‘ακολουθία, μη διακοπτόμενη σειρά’]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.