Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 2 εγγραφές  [0-2]


  • πρωτοχρονιά πρω-το-χρο-νιά ουσ. (θηλ.) (κ. με κεφαλ. Π): η πρώτη ημέρα του χρόνου, η πρώτη Ιανουαρίου: ανήμερα ~/~ιάς. Έθιμα/κάλαντα/παραμονή/ρεβεγιόν ~ιάς. Κάνουμε ~ (= γιορτάζουμε την ~). Διακοπές/εορτές Χριστουγέννων-~ιάς.|| (ευχετ.) Καλή/ευτυχισμένη/χαρούμενη ~. Βλ. βασιλόπιτα, πρωτομηνιά.
  • πρωτοχρονιάτικος , η, ο πρω-το-χρο-νιά-τι-κος επίθ.: που αναφέρεται στην Πρωτοχρονιά: ~ος: μποναμάς/χορός. ~η: γιορτή/εκδήλωση. ~ο: γλέντι/δώρο/λαχείο/μήνυμα (πολιτικής ηγεσίας)/ρεβεγιόν/τραπέζι. ~ες: ευχές/κάρτες. ~α: έθιμα/κάλαντα. Κοπή της ~ης πίτας. Βλ. -ιάτικος. ΣΥΝ. αγιοβασιλιάτικος (1) ● επίρρ.: πρωτοχρονιάτικα: ανήμερα την πρωτοχρονιά, συνήθ. για να δηλωθεί κάτι απρόσμενο ή/και ενοχλητικό, δυσάρεστο: Κοίτα τι πάθαμε ~! Βλ. χριστουγεννιάτικα.

βασιλόπιτα

βασιλόπιτα βα-σι-λό-πι-τα ουσ. (θηλ.): ΖΑΧΑΡ. πρωτοχρονιάτικο παρασκεύασμα (κέικ, τσουρέκι, αλμυρή ή γλυκιά πίτα), με κρυμμένο νόμισμα, που θεωρείται ότι φέρνει τύχη σε όποιον το βρει στο κομμάτι του και κόβεται αμέσως μετά τον ερχομό του νέου έτους, αλλά και τις υπόλοιπες ημέρες του δωδεκαήμερου ή και μέχρι τον Φεβρουάριο (από υπηρεσίες, ιδρύματα, συλλόγους): η κοπή/το φλουρί της ~ας. Βλ. χριστόψωμο, -πιτα. ΣΥΝ. αγιοβασιλόπιτα, πίτα (3)

-ιάτικος

-ιάτικος, η, ο (προφ.): επίθημα για τον σχηματισμό επιθέτων∙ δηλώνει χρόνο ή χαρακτηριστικό που ανήκει ή ταιριάζει σε ό,τι εκφράζει η πρωτότυπη λέξη: αυγουστ~/βραδ~/πρωιν~. Πβ. -ιανός, -ινός.|| Γαμπρ~/νυφ~ (πβ. -ικός). Βλ. -άτικος.

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.