Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • αίρμπολ [αἴρμπολ] αίρ-μπολ ουσ. (ουδ.) {άκλ.} & έρμπολ: (στο μπάσκετ) τελείως άστοχο σουτ, που δεν βρίσκει ούτε το ταμπλό ούτε το στεφάνι: Στην τελευταία κρίσιμη προσπάθεια έκανε ~. [< αμερικ. Airball, 1967]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.