Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • αγαστός , ή, ό [ἀγαστός] α-γα-στός επίθ. (απαιτ. λεξιλόγ.): αξιοθαύμαστος· κατ' επέκτ. απόλυτα αρμονικός, τέλειος: ~ός: σκοπός. ~ή: συνεργασία/συνύπαρξη/σχέση. ~ό: κλίμα. ~ές: προθέσεις. Συνεργάζονται με ~ό τρόπο. ● ΦΡ.: σε αγαστή σύμπνοια βλ. σύμπνοια [< αρχ. ἀγαστός ‘αξιέπαινος, αξιαγάπητος’]

σύμπνοια

σύμπνοια σύ-μπνοι-α ουσ. (θηλ.): ταύτιση απόψεων, συμφωνία: απόλυτη/εθνική/πλήρης ~. ~ μεταξύ των σωματείων/στο δημοτικό συμβούλιο. Πβ. ομο-θυμία, -φωνία, -ψυχία, ομόνοια. ΑΝΤ. διαφωνία, διχογνωμία, διχόνοια. ● ΦΡ.: σε αγαστή σύμπνοια & με αγαστή σύμπνοια: με (απόλυτη) αρμονία, συμφωνία: πολιτική σε ~ ~ με τις ευρωπαϊκές θέσεις. Εργαζόμαστε με ~ ~ και συντονισμό. Οι δύο χώρες βρίσκονται σε ~ ~ ως προς το ζήτημα. (ειρων.) Κυβέρνηση και αντιπολίτευση σε ~ ~. [< μτγν. σύμπνοια]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.