Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • αγγειακός , ή, ό [ἀγγειακός] αγ-γει-α-κός επίθ.: ΑΝΑΤ.-ΙΑΤΡ. που αναφέρεται στα αιμοφόρα αγγεία: ~ός: δακτύλιος/τόνος. ~ή: απόφραξη/βλάβη/κυκλοφορία/νόσος/υπερτροφία/χειρουργική (= αγγειοχειρουργική). ~ό: δίκτυο/εγκεφαλικό επεισόδιο/ενδοθήλιο/μόσχευμα/σύστημα/τοίχωμα. ~οί: υπέρηχοι. ~ές: παθήσεις. Βλ. ενδ~, καρδι~, νεφρ~. [< γαλλ. vasculaire]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.