αγγελικός , ή, ό [ἀγγελικός] αγ-γε-λι-κός επίθ. 1. (μτφ.) που έχει τα χαρακτηριστικά αγγέλου, που είναι ωραίος, αιθέριος, αγνός, καλός: ~ός: άνθρωπος/βίος/κόσμος. ~ή: μελωδία/μορφή/φωνή/ψυχή. ~ό: βλέμμα/κορμί/πλάσμα/πρόσωπο/χαμόγελο. Είναι εκθαμβωτική μέσα στην ~ή ομορφιά της.|| (ειρων.) Με κοίταξε/παρακάλεσε με ~ό ύφος (: προσποιητά αθώο). Πβ. αγγελόμορφος, θεϊκός. ΑΝΤ. διαβολικός 2. που αναφέρεται ή ανήκει στους αγγέλους: ~ός: ύμνος/χορός/ψαλμός. ~ή: ρομφαία. ~ό: τάγμα. ~ές: δυνάμεις. Πβ. χερουβικός. ● επίρρ.: αγγελικά ● ΣΥΜΠΛ.: αγγελικό σχήμα: ΕΚΚΛΗΣ. το ένδυμα που περιβάλλεται ο μοναχός ή η μοναχή, κυρ. το μοναχικό σχήμα: Έλαβε/ντύθηκε/πήρε/φόρεσε το ~ ~. Βλ. εκάρη μοναχός. ● ΦΡ.: αγγελικά πλασμένος βλ. πλάθω [< μτγν. ἀγγελικός, γαλλ. angelique]
εκάρη
εκάρη[ἐκάρη] ε-κά-ρη ρ. (αμτβ.) {αόρ.} (αρχαιοπρ.): μόνο στη ● ΦΡ.: εκάρη μοναχός: ΕΚΚΛΗΣ. έγινε μοναχός. Βλ. αγγελικό σχήμα, κουρά, χειροτονία. ● βλ. κεκαρμένος [< αρχ. κείρομαι]
πλάθω
πλάθωπλά-θω ρ. (μτβ.) {έπλα-σα, πλά-σει, -στηκε (λόγ.) -σθηκε, -στεί (λόγ.) -σθεί, πλάθ-οντας, πλα-σμένος} & (λόγ.) πλάσσω 1. (μτφ.) δημιουργώ, φτιάχνω: ~ουν λέξεις (βλ. λεξιπλάστης)/μύθους (βλ. μυθοπλάστης)/πρόσωπα και χαρακτήρες (: συγγραφείς). Βλ. ανα~.|| ~σμένος για δράση/να ζει ελεύθερος (= προορισμένος από τη φύση του, γεννημένος). ~σμένοι ο ένας για τον άλλο.|| (ΕΚΚΛΗΣ.) Ο Θεός ~σε τον Αδάμ και την Εύα. Ο άνθρωπος ~στηκε/είναι ~σμένος «κατ' εικόνα και ομοίωσιν του Θεού».2. δίνω μορφή σε κάτι εύπλαστο: ~ τη ζύμη/τον πηλό. (κυρ. παλαιότ.) Τα αγγεία ~στηκαν στον τροχό.|| ~ κουλουράκια/τον κιμά (σε) ρολό (= ζυμώνω).3. (μτφ.-αρνητ. συνυποδ.) επινοώ, σκαρώνω: ~ει ιστορίες/σενάρια (με το μυαλό/τη φαντασία του). ΣΥΝ. πλέκω (3) 4. διαπλάθω. ● ΦΡ.: αγγελικά πλασμένος: αθώος, αγνός, καλός: Η κοινωνία μας δεν είναι ~ ~η. (συνήθ. ειρων.) Όμορφος κόσμος ~ ~. [< αρχ. πλάσσω]
ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ
Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα 210 3664700 Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.