αγγελτήριο [ἀγγελτήριο] αγ-γελ-τή-ρι-ο ουσ. (ουδ.) & αναγγελτήριο: αναγγελία, συνήθ. σε ειδικό έντυπο, ενός κοινωνικού γεγονότος· κατ' επέκτ. κάθε ανακοίνωση: ~ γάμου/κηδείας/μνημοσύνου.|| (μτφ.) Το νέο νομοσχέδιο αποτελεί, στην ουσία, ~ θανάτου στον τομέα των κατασκευών. Βλ. -τήριο. [< μτγν. ἀγγελτήριον]
-τήριο
-τήριο{-τηρίου | -τηρίων} (λόγ.) επίθημα ουδέτερων ουσιαστικών που παράγονται κυρ. από ρήματα και δηλώνουν 1. χώρο (εργασίας), επιχείρηση: εκθε~/εργασ~ (πβ. -τήρι). Γυμνασ~/εκπαιδευ~/φροντισ~. Σιδερω~/στεγνω~/ωριμαντ~.|| (ΕΚΚΛΗΣ.) Αναχωρη~/ασκη~/ερημη~/ησυχασ~.2. όργανο, συσκευή, μηχάνημα: αριθμη~.|| Τηλεχειρισ~.|| Ξηραντ~/πλυν~.3. έγγραφο, έντυπο με συγκεκριμένη λειτουργία: αγγελ~/ειδοποιη~/μισθω~.|| Προσκλη~.
ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ
Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα 210 3664700 Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.