Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • αδηφάγος , ος/α, ο [ἀδηφάγος] α-δη-φά-γος επίθ. (απαιτ. λεξιλόγ.) 1. (μτφ.) που χαρακτηρίζεται από ανικανοποίητη επιθυμία για κάτι, άπληστος, ακόρεστος: ~ος: ανταγωνισμός/επιχειρηματίας (= πλεονέκτης)/καταναλωτισμός. ~ος/α: γραφειοκρατία/περιέργεια. ~ο: κράτος. ~α: βλέμματα (ΣΥΝ. αχόρταγα). 2. (για ανθρώπους και ζώα) λαίμαργος. Πβ. φαγάς.|| (μτφ.-θετ. συνυποδ.) ~ αναγνώστης (: που «καταβροχθίζει» τα βιβλία, παθιασμένος φιλαναγνώστης). 3. (μτφ.) που χρειάζεται υπέρογκα ποσά, για να λειτουργήσει, να υλοποιηθεί: ~ος: (κρατικός) μηχανισμός. ~ο: έργο. ΣΥΝ. πολυδάπανος 4. (μτφ.) καταστροφικός: ~ος: πόλεμος. ~ες: φλόγες. Βλ. -φάγος. [< αρχ. ἀδηφάγος]

-φάγος & -φαγος

-φάγος & -φαγος, ος, ο (λόγ.) επίθημα επιθέτων ή ουσιαστικών με αναφορά σε 1. άνθρωπο ή ζώο που τρέφεται με συγκεκριμένη κατηγορία ή ποσότητα τροφής: κρεατο-φάγος/χορτο~.|| Λιγό-φαγος (πβ. λιτο-δίαιτος).|| Μυρμηγκο-φάγος/ξυλο~/πτωματο~/σαρκο~/φυλλο~.|| (περιληπτ.) (Τα) παµ-φάγα/φυτο~. 2. (μτφ.) άτομο με πάθος για ό,τι εκφράζει η πρωτότυπη λέξη: βιβλιο-φάγος (βλ. -φιλος). 3. καταπατητή: οικοπεδο~. 4. ασθένεια: τριχο~.

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.