Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • αεροστεγανότητα [ἀεροστεγανότητα] α-ε-ρο-στε-γα-νό-τη-τα ουσ. (θηλ.): ΤΕΧΝΟΛ. η ιδιότητα σώματος ή υλικού να εμποδίζει την είσοδο ή διαφυγή του αέρα: Τα κουφώματα αλουμινίου παρέχουν καλή ~. Βλ. αεροδιαπερατότητα. [< αγγλ. airtightness]

αεροδιαπερατότητα

αεροδιαπερατότητα[ἀεροδιαπερατότητα] α-ε-ρο-δι-α-πε-ρα-τό-τη-τα ουσ. (θηλ.) & αεροπερατότητα (επιστ.): η ιδιότητα του αεροδιαπερατού: ~ του εδάφους/του επιθέματος/των κεραμικών. Βλ. αεροστεγανότητα. [< αγγλ. air permeability]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.