Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • ακομπλεξάριστος , η, ο [ἀκομπλεξάριστος] α-κο-μπλε-ξά-ρι-στος επίθ.: που δεν έχει κόμπλεξ, φόβους και ταμπού, άνετος, απελευθερωμένος. Πβ. κουλ, χαλαρός. ΑΝΤ. κομπλεξικός, σφιγμένος (2) [< γαλλ. décomplexé, 1962]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.