Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • αμφιταλαντεύομαι [ἀμφιταλαντεύομαι] αμ-φι-τα-λα-ντεύ-ο-μαι ρ. (αμτβ.) {αμφιταλαντεύ-τηκα (λόγ.) -θηκα, -όμενος} (απαιτ. λεξιλόγ.): διστάζω να επιλέξω ανάμεσα σε δύο (εναλλακτικές) δυνατότητες: ~εται (= ταλαντεύεται) μεταξύ λογικής και συναισθήματος. Προς στιγμή(ν) ~τηκαν (: ήταν αναποφάσιστοι). ~θηκε (για το) αν θα έπρεπε να ... Ποτέ δεν ~τηκε (= αμφέβαλε) για την ορθότητα της απόφασής του. Πβ. παλαντζάρω. ΣΥΝ. αμφιρρέπω ● Μτχ.: αμφιταλαντευόμενος , η, ο: ~η: στάση. Πβ. αμφίρροπος. [< μτγν. ἀμφιταλαντεύομαι]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.