Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • ανάλεκτα [ἀνάλεκτα] α-νά-λε-κτα ουσ. (ουδ.) (τα): (συνήθ. ως τίτλος) συλλογή ρήσεων ή εκλεκτών έργων, άρθρων, μελετών: ιστορικά/πολιτικά/φιλολογικά ~. Πβ. ανθολογία, σύμμικτα. [< αρχ. ἀνάλεκτος 'εκλεκτός', νεολατ. analecta, γαλλ. analecte, γερμ. Analekten, αγγλ. analects]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.