Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • αναρτώ [ἀναρτῶ] α-ναρ-τώ ρ. (μτβ.) {αναρτ-άς ... | ανάρτ-ησα, -άται, -ώνται, -ήθηκε, -ημένος (λόγ.) ανηρτημένος} (επίσ.): (συνήθ. για γραπτή κοινοποίηση, αφίσα ή πανό) κρεμώ· κατ' επέκτ. ανακοινώνω: ~ήθηκαν στα λύκεια οι βαθμολογίες των μαθητών.|| (για καταχωρήσεις στο διαδίκτυο) Οι οικονομικές καταστάσεις έχουν ~ηθεί στην ιστοσελίδα της εταιρείας. ● βλ. αναρτημένος [< αρχ. ἀναρτῶ]

αναρτημένος

αναρτημένος, η, ο [ἀναρτημένος] α-ναρ-τη-μέ-νος επίθ. & (λόγ.) ανηρτημένος (επίσ.): που έχει αναρτηθεί: ~ος: κανονισμός/τιμοκατάλογος. ~η: ανακοίνωση (= πόστερ). Το πρόγραμμα είναι ~ο στον πίνακα της Γραμματείας.|| (κατ' επέκτ. για καταχωρήσεις στο διαδίκτυο:) Η αίτηση συμμετοχής βρίσκεται ~η στην ιστοσελίδα ...|| ~ από την οροφή/τον τοίχο (ΣΥΝ. κρεμασμένος). ● βλ. αναρτώ

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.