Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • ανταρτοπόλεμος [ἀνταρτοπόλεμος] α-νταρ-το-πό-λε-μος ουσ. (αρσ.) 1. ένοπλες επιχειρήσεις ανταρτών. Πβ. αντάρτικο, κλεφτοπόλεμος. 2. ΙΣΤ. ο εμφύλιος πόλεμος της περιόδου 1946-1949. Πβ. συμμοριτοπόλεμος.

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.