αξονικός , ή, ό [ἀξονικός] α-ξο-νι-κός επίθ.: που σχηματίζει άξονα, ακολουθεί την κατεύθυνσή του ή γενικότ. σχετίζεται με αυτόν: ~ός: ανεμιστήρας/σκελετός. ~ή: κίνηση/συμμετρία/ταχύτητα. ~ό: σύστημα/φορτίο. ~ές: δυνάμεις. ~ά: αερόθερμα. Βλ. ομο~. ● ΣΥΜΠΛ.: αξονική/υπολογιστική τομογραφία βλ. τομογραφία [< γαλλ. axonique, axial, αγγλ. axial]
τομογραφία
τομογραφία το-μο-γρα-φί-α ουσ. (θηλ.) 1. ΙΑΤΡ. μέθοδος διάγνωσης ασθενειών που γίνεται με την τρισδιάστατη απεικόνιση μιας τομής σε όργανο ή ιστό του ανθρώπινου σώματος με τη χρήση ακτίνων Χ ή υπερήχων: συσκευές ~ας. Βλ. -γραφία, υπερηχο~.2. ΙΑΤΡ. (συνεκδ.) ακτινογραφία που γίνεται με την παραπάνω μέθοδο: ~ θώρακα/καρδιάς. Λήψη ~ών.3. ΓΕΩΦ. τεχνική τρισδιάστατης απεικόνισης του υπεδάφους με την παρατήρηση και αποτύπωση των διαφορών κατά τη διέλευση ενεργειακών κυμάτων μέσα από διαφορετικά επίπεδα: (γεω)ηλεκτρική/σεισμική ~. ● ΣΥΜΠΛ.: αξονική/υπολογιστική τομογραφία & (προφ.) αξονική: ΙΑΤΡ. εξέταση ακτίνων Χ με την οποία απεικονίζεται το ανθρώπινο σώμα σε εγκάρσιες τομές με τη βοήθεια ηλεκτρονικού υπολογιστή: ελικοειδής/σπειροειδής ~ ~. ~ ~ εγκεφάλου/πνευμόνων/τραχήλου. [< αγγλ. computed tomography, 1974, computerized axial tomography] , μαγνητική τομογραφία & (σπάν.) απεικόνιση μαγνητικού συντονισμού: ΙΑΤΡ. μέθοδος απεικόνισης και διάγνωσης στην οποία χρησιμοποιούνται ισχυρά μαγνητικά πεδία και μη ιονίζουσα ηλεκτρομαγνητική ακτινοβολία, προκειμένου με την ανάλυση σε υπολογιστή να δημιουργηθούν λεπτομερείς εικόνες ιστών ή οργάνων του σώματος· συνεκδ. η πλάκα όπου γίνεται η απεικόνιση. [< αγγλ. magnetic resonance imaging, 1977] , τομογραφία εκπομπής ποζιτρονίων βλ. ποζιτρόνιο [< μεσν. τομογραφία 'συγγραφή συνοδικού τόμου', γαλλ. tomographie, περ. 1930, αγγλ. tomography, 1935]
ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ
Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα 210 3664700 Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.