Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • αρνησιδικία [ἀρνησιδικία] αρ-νη-σι-δι-κί-α ουσ. (θηλ.): ΝΟΜ. άρνηση ή κωλυσιεργία εκ μέρους του δικαστή, σχετικά με την έκδοση απόφασης σε εκδικασμένη υπόθεση ή τη διεξαγωγή δίκης. [< γερμ. Rechtsverweigerung, γαλλ. déni de justice]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.