Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • αρραβώνας [ἀρραβώνας] αρ-ρα-βώ-νας ουσ. (αρσ.) & (λόγ.) αρραβών & (λαϊκό) αρρεβώνας, αρραβώνα (η) 1. επισημοποίηση της σχέσης ενός ζευγαριού και αμοιβαία υπόσχεση γάμου από μέρους τους, με ανταλλαγή δαχτυλιδιών (βέρες) σε εκδήλωση με συγγενείς και φίλους· συνεκδ. το χρονικό διάστημα μεταξύ αυτού του γεγονότος και της τέλεσης του γάμου· (ΕΚΚΛΗΣ.) η σχετική ακολουθία που προηγείται του μυστηρίου του γάμου: κρυφός/μυστικός ~. Πάρτι ~ων. Διαλύθηκε ο ~. Κάνουμε/ορίζουμε τους ~ες (πβ. αρραβωνιάσματα). Πβ. μνηστεία. 2. ΝΟΜ. εγγυητικό ποσό. Πβ. καπάρο, προκαταβολή. ● ΦΡ.: στρίβειν δια του αρραβώνος (χιουμορ.): τακτική υπεκφυγής ή ελιγμού. Πβ. άλλα λόγια ν' αγαπιόμαστε, απορία ψάλτου, βηξ. [< μεσν. αρραβώνας]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.