Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • ασυστηματοποίητος , η, ο [ἀσυστηματοποίητος] α-συ-στη-μα-το-ποί-η-τος επίθ.: που δεν έχει οργανωθεί συστηματικά: ~η συσσώρευση γνώσεων. Πβ. ανοργάνωτος. Βλ. ασυντόνιστος, συγκεχυμένος. ΑΝΤ. συστηματοποιημένος ● επίρρ.: ασυστηματοποίητα [< αγγλ. unsystematic]

ασυντόνιστος

ασυντόνιστος, η, ο [ἀσυντόνιστος] α-συ-ντό-νι-στος επίθ. ΑΝΤ. συντονισμένος 1. που δεν έχει συγχρονιστεί, συνδυαστεί, εναρμονιστεί με κάτι άλλο: ~η: δράση. ~ες: κινήσεις/προσπάθειες. ~οι και αναποτελεσματικοί χειρισμοί. ~ες και αποσπασματικές/μεμονωμένες/σπασμωδικές ενέργειες. 2. (συνήθ. ΜΟΥΣ.) που δεν έχει ρυθμιστεί στον ίδιο τόνο ή στην ίδια συχνότητα: ~η: ορχήστρα.|| (σπανιότ. για ιδιοσυχνότητες) ~ες: κεραίες. ● επίρρ.: ασυντόνιστα

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.