Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • βασιλίσκος βα-σι-λί-σκος ουσ. (αρσ.) 1. ΟΡΝΙΘ. το μικρότερο πτηνό της Ελλάδας (επιστ. ονομασ. Regulus ignicapillus), με μαύρη γραμμή ανάμεσα στα μάτια και χαρακτηριστική κίτρινη-πορτοκαλί λωρίδα (στέμμα) στο κεφάλι. 2. ΖΩΟΛ. δενδρόβια σαύρα της Νότιας Αμερικής με μικρό λοφίο στο πίσω μέρος του κεφαλιού (διεθν. ονομασ. Basiliscus), η οποία μπορεί να περπατά πάνω στο νερό, καθώς κινείται πάρα πολύ γρήγορα. Βλ. ιγκουάνα. 3. ΑΣΤΡΟΝ. ο φωτεινότερος αστέρας του Λέοντα (επιστ. ονομασ. Regulus). 4. (μειωτ.) ανάξιος βασιλιάς. Βλ. -ίσκος. [< 2, 3: μτγν. βασιλίσκος, αγγλ. basilisk 4: αρχ. ~]

ιγκουάνα

ιγκουάνα [ἰγκουάνα] ι-γκου-ά-να ουσ. (ουδ. + θηλ.) {άκλ.}: ΖΩΟΛ. ερπετό (επιστ. ονομασ. Iguana iguana) της τροπικής Αμερικής, που ανήκει στην οικογένεια των σαυροειδών, έχει σώμα καλυμμένο από κερατίνη και σειρά αγκαθωτών εξογκωμάτων κατά μήκος της ράχης: πράσινο ~. [< γαλλ. iguane]

-ίσκος

-ίσκος {σπανιότ. θηλ. -ίσκη} (λόγ.): υποκοριστικό επίθημα ουσιαστικών: κολπ-ίσκος/πυργ~. (ΑΡΧΑΙΟΛ.) Αμφορ-ίσκος/κρατηρ~.|| (μειωτ.) Aρχηγ-ίσκος/παραγοντ~.|| (συνήθ. ειρων.) (Η) παιδ-ίσκη (βλ. -ούλα). Πβ. -άκι.|| (με απώλεια της υποκ. σημ.:) Aστερ-ίσκος.

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.