Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • βιοφωταύγεια βι-ο-φω-ταύ-γει-α ουσ. (θηλ.): ΒΙΟΛ. παραγωγή φωτός από ζωντανούς οργανισμούς (π.χ. πυγολαμπίδες, διάφορα είδη ψαριών, βακτήρια) λόγω βιοχημικής αντίδρασης και συνεκδ. το συγκεκριμένο φως. Βλ. θερμοφωταύγεια, φθορισμός. ΣΥΝ. βιοφωσφορισμός [< αγγλ. bioluminescence, 1916, γαλλ. ~, 1905]

θερμοφωταύγεια

θερμοφωταύγεια θερ-μο-φω-ταύ-γει-α ουσ. (θηλ.): ΦΥΣ. η ιδιότητα ορισμένων υλικών, κυρ. ορυκτών, να απελευθερώνουν ακτινοβολία· (ιδ.-κατ' επέκτ.) η επιστημονική μέθοδος που χρησιμοποιεί η αρχαιομετρία για τη ραδιοχρονολόγηση διαφόρων ευρημάτων. [< γαλλ.-αγγλ. thermoluminescence]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.