Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • γιου-πι-ες ουσ. (ουδ.) & UPS & (επίσ.) σύστημα αδιάλειπτης τροφοδοσίας: ΤΕΧΝΟΛ. περιφερειακή συσκευή τροφοδοσίας του υπολογιστή σε περίπτωση διακοπής του ηλεκτρικού ρεύματος για περιορισμένο διάστημα, ώστε να προλάβει ο χρήστης να κάνει αποθήκευση των εργασιών: κεντρικό ~. Eγκατάσταση/σύνδεση ~. Λογισμικό διαχείρισης/μονάδα ~. Πβ. σταθεροποιητής τάσης. [< αγγλ. Uninterruptible Power Supply (UPS)]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.