Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • δανεισμός δα-νει-σμός ουσ. (αρσ.) 1. ΟΙΚΟΝ. χορήγηση ή λήψη δανείου: βραχυπρόθεσμος/ενυπόθηκος/εξωτερικός/εσωτερικός/ιδιωτικός/καθαρός/κρατικός/μακροπρόθεσμος/τραπεζικός ~. ~ επιχειρήσεων/νοικοκυριών. ~ τίτλων. ~ σε ξένο νόμισμα/με ενέχυρο. Βλ. υπερ~. 2. προσωρινή παραχώρηση αντικειμένου: ~ βιβλίων/εξοπλισμού/εργαζομένων. Βλ. δια~.|| ~ μήτρας (= παρένθετη μητρότητα). ● ΣΥΜΠΛ.: (γλωσσικός) δανεισμός: ΓΛΩΣΣ. το φαινόμενο κατά το οποίο μια γλώσσα υιοθετεί ένα στοιχείο από μια ξένη γλώσσα (εξωτερικός) ή σπανιότ. από παλαιότερη φάση της ίδιας γλώσσας (εσωτερικός): λεξι(λογι)κός/σημασιολογικός ~. Βλ. δάνειο. [< γερμ. Lehnübersetzung, γαλλ. emprunt] [< αρχ. δανεισμός]

δάνειο

δάνειο δά-νει-ο ουσ. (ουδ.) {δανεί-ου | -ων} 1. ΟΙΚΟΝ. χρηματικό ποσό ή άλλο ανταλλάξιμο αντικείμενο που καταβάλλεται σε κάποιον (δανειζόμενο) από ιδιώτη, εταιρεία ή χρηματοπιστωτικό οργανισμό (δανειστή) με την υποχρέωση απόδοσής του, με ή χωρίς τόκο, σε συγκεκριμένο χρονικό διάστημα· η σχετική σύμβαση: ανοιχτό/άτοκο/βραχυπρόθεσμο/μεσοπρόθεσμο/μακροπρόθεσμο (: ως προς τον χρόνο εξόφλησης)/εγγυημένο/έντοκο (βλ. εγγύηση, κατάσχεση, πλειστηριασμός, υποθήκη)/εξωτερικό/επαγγελματικό/επενδυτικό/επιχειρηματικό/προσωπικό/τοκοχρεολυτικό (: με υποχρέωση εξόφλησής του και καταβολής των τόκων σε ίσες δόσεις)/τραπεζικό/φοιτητικό/χαμηλότοκο ~. ~ καταναλωτικής πίστης (= καταναλωτικό ~)/στεγαστικής πίστης ή κατοικίας (= στεγαστικό ~). Η δόση/το ύψος του ~ου. Αίτηση/αποπληρωμή/εκταμίευση/εξόφληση/σύναψη/χορήγηση ~ου. Ενυπόθηκα ~α. ~α με κυμαινόμενο/σταθερό επιτόκιο. Κάνω ~ (: σύμβαση ~ου). Βλ. δανειο-δότηση, -ληψία, θαλασσο~, μετοχο~, μικρο~, ομόλογο, πίστωση, χρέος, χρησι~. 2. (μτφ.) ξένο στοιχείο, συνήθ. πολιτισμικό, που υιοθετείται από κάποιο σύνολο και ενσωματώνεται σε ένα νέο: πνευματικό/πολιτιστικό ~.|| (ΓΛΩΣΣ.) Λεξικό (π.χ. ντιβιντί < αγγλ. DVD)/λόγιο (π.χ. επίθεση, στο οποίο η συνηθέστερη σημασία διαφέρει από την αρχαία "ἐπίθεσις")/σημασιολογικό (π.χ. επικεφαλής, με τη σημασία εκείνου που βρίσκεται σε ηγετική θέση < γαλλ. en-tête) ~. Βλ. αντι~. ● ΣΥΜΠΛ.: (γλωσσικό) δάνειο: ΓΛΩΣΣ. στοιχείο που χρησιμοποιείται σε μια γλώσσα προερχόμενο από άλλη: αφομοιωμένα ~α από την Αγγλική/τη Γαλλική., δημόσιο δάνειο: που συνάπτει το κράτος ή άλλος κρατικός φορέας στην αγορά κεφαλαίου για τη χρηματοδότηση των δημόσιων εξόδων και το οποίο προστίθεται στο δημόσιο χρέος: αναγκαστικό (: αναγκαστική χρηματική εισφορά των ιδιωτών προς το κράτος, με τη μονομερή υπόσχεση επιστροφής της με ένα ποσό μειωμένου τόκου)/παραγωγικό (: τα έσοδά του διατίθενται για παραγωγικούς σκοπούς π.χ. κατασκευή δρόμων, σχολείων. ΑΝΤ. καταναλωτικό ~) ~ ~. Βλ. έντοκα γραμμάτια (του Δημοσίου)., κόκκινα δάνεια: τραπεζικά δάνεια που παραμένουν ανεξόφλητα., μεταφραστικό δάνειο: ΓΛΩΣΣ. απόδοση ξένων λέξεων ή φράσεων στη γλώσσα υποδοχής, με χρήση ήδη υπαρκτών σε αυτή γλωσσικών στοιχείων: Η λ. "ουρανοξύστης" είναι ~ ~ από το αγγλικό sky-scraper. H "αισθησιοκρατία", που αποδίδει το γαλλικό sensualisme, είναι ελεύθερο ~ ~. Βλ. αντιδάνειο. [< γερμ. Lehnübersetzung] , ομολογιακό δάνειο & (προφ.) ομολογιακό: ΟΙΚΟΝ. μεσοπρόθεσμο ή μακροπρόθεσμο δάνειο, που εκδίδεται από μεγάλες και κερδοφόρες επιχειρήσεις ή από το κράτος, με σκοπό τη χρηματοδότησή τους: ανταλλάξιμο/κοινό/κοινοπρακτικό/μετατρέψιμο (: σε μετοχές) ~ ~. ~ά ~α εξωτερικού/εσωτερικού. [< αγγλ. bond loan] , πράσινο δάνειο: δάνειο, συνήθ. χαμηλότοκο, που χορηγείται από τις τράπεζες σε ιδιώτες για κατασκευή νέας κατοικίας ή αναβάθμιση της ήδη υπάρχουσας, σύμφωνα με τις σύγχρονες οικολογικές, κυρ. ενεργειακές, προδιαγραφές: επισκευαστικά/στεγαστικά ~α ~α., σύμβαση δανείου: επίσημη συμφωνία μεταξύ δύο συμβαλλομένων, με την οποία ο ένας μεταβιβάζει στον άλλο ένα ποσό χρημάτων, με την υποχρέωση ο δεύτερος να αποδώσει έντοκα το ποσό αυτό με τους όρους που συμφωνούνται., καταναλωτικό δάνειο βλ. καταναλωτικός, στεγαστικό δάνειο βλ. στεγαστικός, Ταμείο Παρακαταθηκών και Δανείων βλ. ταμείο [< 1: αρχ. δάνειον, αγγλ. loan 2: γαλλ. emprunt, γερμ. Lehnübersetzung]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.