Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • δανειστικός , ή, ό δα-νει-στι-κός επίθ.: που σχετίζεται με τον δανεισμό: ~ό: τμήμα (πνευματικού κέντρου)/υλικό.|| (ΟΙΚΟΝ.) ~ή: σύμβαση. ~ό: επιτόκιο/συμβόλαιο. ● ΣΥΜΠΛ.: δανειστική βιβλιοθήκη βλ. βιβλιοθήκη [< μτγν. δανειστικός, αγγλ. lending]

βιβλιοθήκη

βιβλιοθήκη βι-βλι-ο-θή-κη ουσ. (θηλ.) 1. κτίριο, αίθουσα ή δωμάτιο κατοικίας για φύλαξη, ανάγνωση ή/και δανεισμό κυρ. ταξινομημένων βιβλίων, χειρογράφων, περιοδικών, πολυμέσων· κατ' επέκτ. ο αντίστοιχος οργανισμός· συνεκδ. συλλογή από τέτοια έργα: δημοτική/Εθνική/κεντρική/πανεπιστημιακή/σχολική ~. Ίδρυση/λειτουργία/το προσωπικό/υπεύθυνος (= βιβλιοθηκάριος) ~ης. Πβ. σπουδαστήριο. Βλ. πρόσκτηση. || Ενημερωμένη/ιδιωτική/μουσική/πλούσια ~. Εμπλουτίζει την προσωπική του ~ με καινούργιες εκδόσεις. Δώρισε τη ~ της στο πανεπιστήμιο. 2. έπιπλο με ράφια για τοποθέτηση κυρ. βιβλίων: ξύλινη ~. ~ γραφείου. Βλ. -θήκη. 3. σειρά βιβλίων του ίδιου επιστημονικού κλάδου που εκδίδονται συνήθ. από εκδοτικό οίκο και αναφέρονται σε συγκεκριμένο θέμα: ιστορική/λαογραφική/μαθηματική/μεσαιωνική/νομική/φιλοσοφική ~. ~ αρχαίων κλασικών συγγραφέων. 4. ΠΛΗΡΟΦ. συλλογή από προγράμματα ή ρουτίνες που χρησιμοποιούνται συχνά. ● Υποκ.: βιβλιοθηκούλα (η): κυρ. στη σημ. 2. ● ΣΥΜΠΛ.: δανειστική βιβλιοθήκη: που επιτρέπει τον δανεισμό., κινητή βιβλιοθήκη: όχημα που προσφέρει υπηρεσίες της κεντρικής μόνιμης βιβλιοθήκης μιας περιφέρειας σε απομακρυσμένους οικισμούς και χωριά: παιδική ~ ~. Επισκέψεις της ~ής ~ης σε κατασκηνωτικά κέντρα. [< γαλλ. bibliothèque itinérante, bibliobus, 1930] , φορητή βιβλιοθήκη: ΠΛΗΡΟΦ. ψηφιακή συσκευή μικρού μεγέθους, που χρησιμοποιείται ως αποθηκευτικός χώρος κυρ. για ηλεκτρονικά βιβλία ή μουσικά αρχεία. [< αγγλ. portable library] , ψηφιακή/ηλεκτρονική βιβλιοθήκη: ΠΛΗΡΟΦ. συλλογή πληροφοριακού υλικού (βιβλίων, περιοδικών, αρχείων, εικόνων) σε ηλεκτρονική μορφή: ~ ~ για την εκπαίδευση. Διαπανεπιστημιακό σύστηµα ~ής ~ης. ~ές ~ες ανοιχτού κώδικα. Πβ. ψηφιοθήκη. Βλ. ιδρυματικό καταθετήριο. [< αγγλ. digital library/electronic, e-library], γονιδιωματική βιβλιοθήκη βλ. γονιδιωματικός, κατάλογος βιβλιοθήκης βλ. κατάλογος ● ΦΡ.: είναι ζωντανή/κινητή βιβλιοθήκη/εγκυκλοπαίδεια βλ. εγκυκλοπαίδεια [< 1: μτγν. βιβλιοθήκη, γαλλ. bibliothèque, γερμ. Bibliothek]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.