Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • δαρβινισμός δαρ-βι-νι-σμός ουσ. (αρσ.): ΒΙΟΛ. η θεωρία του Δαρβίνου για την προέλευση και εξέλιξη των βιολογικών ειδών μέσω της φυσικής επιλογής. Βλ. νεο~, γενετική, θεωρία της εξέλιξης, -ισμός. ● ΣΥΜΠΛ.: κοινωνικός δαρβινισμός: ΚΟΙΝΩΝΙΟΛ. θεωρία που ερμηνεύει την υπερίσχυση των ισχυρότερων κοινωνικών ομάδων με αναγωγή στους βιολογικούς νόμους της δαρβινικής εξέλιξης. Βλ. κοινωνιοβιολογία, ρατσισμός, το δίκαιο του ισχυρότερου. [< αγγλ. social darwinism, 1877] [< αγγλ. Darwinism, 1860, γαλλ. darwinisme]

κοινωνιοβιολογία

κοινωνιοβιολογίακοι-νω-νι-ο-βι-ο-λο-γί-α ουσ. (θηλ.): ΒΙΟΛ. κλάδος της εξελικτικής βιολογίας που μελετά τη συμμετοχή των γενετικών παραγόντων στη διαμόρφωση της κοινωνικής συμπεριφοράς και οργάνωσης των έμβιων όντων. Bλ. αναγωγισμός, εξελικτική ψυχολογία, ηθολογία, κοινωνική ανθρωπολογία, κοινωνικός δαρβινισμός. [< γαλλ. sociobiologie, 1902, διαδόθηκε το 1977, αγγλ. sociobiology, 1946]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.