Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • δειγματοληψία δειγ-μα-το-λη-ψί-α ουσ. (θηλ.) 1. ΣΤΑΤΙΣΤ. μέθοδος επιλογής αντιπροσωπευτικού μέρους ενός πληθυσμού, για τον προσδιορισμό παραμέτρων ή χαρακτηριστικών του συνόλου: συστηματική/τυχαία ~. ~ με ερωτηματολόγια. ~ που διενεργείται σε μηνιαία βάση. Βλ. σφυγμομέτρηση. 2. ΧΗΜ.-ΤΕΧΝΟΛ. λήψη τυχαίου δείγματος από ένα σύνολο, ώστε να γίνει εξέτασή του ή/και έλεγχος ποιότητας: ~ αίματος/νερού/τροφίμων. Σημεία ~ας. ~ες και αναλύσεις. 3. ΤΕΧΝΟΛ. μέτρηση κατά τακτά χρονικά διαστήματα του εύρους κύματος, με στόχο τη μετατροπή του από αναλογικό σε ψηφιακό: ~ ήχου/σήματος. Βλ. -ληψία. [< γαλλ. prise d'échantillons, αγγλ. sampling]

-ληψία

-ληψία επίθημα θηλυκών ουσιαστικών∙ αναφέρεται 1. στη λήψη: αιμο~ (βλ. -δοσία)/δειγματο~. 2. (μτφ.) στην κυρίευση, κατοχή: δαιμονο~ (= δαιμονοπληξία)/θρησκο~/ιδεο~. Βλ. -μανία. 3. στην αποδοχή, ανάληψη εκτέλεσης: εργο~. 4. στην καταγραφή με μηχανικά μέσα εικόνας ή/και ήχου: εικονο~/ηχο~.

σφυγμομέτρηση

σφυγμομέτρηση σφυγ-μο-μέ-τρη-ση ουσ. (θηλ.) 1. ΣΤΑΤΙΣΤ. διεξαγωγή έρευνας σε τυχαίο αλλά αντιπροσωπευτικό δείγμα του πληθυσμού, η οποία εξετάζει και καταγράφει ανά τακτά χρονικά διαστήματα τη διαμόρφωση των απόψεων της κοινής γνώμης πάνω σε συγκεκριμένα ζητήματα: διαδικτυακή/τηλεφωνική ~. ~ αντιδράσεων. ~ για λογαριασμό (τηλεοπτικής) εκπομπής/εφημερίδας. Πβ. γκάλοπ, δημοσκόπηση. 2. ΙΑΤΡ. η μέτρηση της συχνότητας των παλμών της καρδιάς. Βλ. -μέτρηση.

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.