δελτοειδής , ής, ές δελ-το-ει-δής επίθ. (σπάν.-επιστ.): που έχει τριγωνικό σχήμα: (ΜΑΘ.) ~ής: καμπύλη. Βλ. -ειδής. Κυρ. στο ● ΣΥΜΠΛ.: δελτοειδής (μυς): ΑΝΑΤ. τριγωνικός μυς που περιβάλλει την άρθρωση του ώμου και ανυψώνει τον βραχίονα μέχρι την οριζόντια θέση. Βλ. τραπεζοειδής. [< μτγν. δελτοειδής, γαλλ. deltoïde, αγγλ. deltoid]
-ειδής
-ειδής, ής, ές {-ειδούς | -ειδείς (ουδ. -ειδή)} (επιστ. ή λόγ.): καταληκτικό επίθημα για τον σχηματισμό επιθέτων∙ δηλώνει ότι το προσδιοριζόμενο έχει τα χαρακτηριστικά της κατηγορίας που ορίζεται από το θέμα: (κυρ. επιστ.) αδενο~/απλο~/διπλο~/αστερο~/κυματο~. (ειδικότ. ουσιαστικοπ. για ζώα ή φυτά που ανήκουν στην ίδια τάξη:) Αιλουρο~ή/πιθηκ~ή/φοινικο~ή.|| (μειωτ., για πρόσ. ή συμπεριφορά:) Ανθρωπο~. Χονδρο~. Βλ. -μορφος.
τραπεζοειδής
τραπεζοειδής, ής, ές τρα-πε-ζο-ει-δής επίθ. (λόγ.): του οποίου το σχήμα είναι όμοιο με τραπέζιο: ~ής: λαμαρίνα. ~ές: ηχείο. ~είς: ιμάντες. ~ή: φύλλα. ~είς απολήξεις εξάτμισης. Βλ. -ειδής. ● ΣΥΜΠΛ.: τραπεζοειδής μυς (ο): ΑΝΑΤ. καθένας από τους δύο μεγάλους και πλατείς μυς σε σχήμα τριγώνου που βρίσκονται στην πίσω πλευρά του τραχήλου και της πλάτης. [< μτγν. τραπεζοειδής, γαλλ. trapézoïde, αγγλ. trapezoid]
ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ
Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα 210 3664700 Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.