Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • διάκειμαι δι-ά-κει-μαι ρ. (αμτβ.) {-εισαι, -ειται, -είμεθα, -εισθε, -εινται, μτχ. διακείμενος, -η, -ο} (λόγ.): τηρώ ορισμένη στάση, έχω συγκεκριμένη διάθεση απέναντι σε κάποιον ή κάτι: ~ειται δυσμενώς/ευμενώς/ευνοϊκά/εχθρικά/θετικά απέναντί τους. ● ΦΡ.: φιλικά/φίλα διακείμενος/προσκείμενος βλ. φίλα [< αρχ. διάκειμαι ‘βρίσκομαι σε μια κατάσταση, τακτοποιούμαι]

φίλα

φίλα φί-λα επίρρ. (λόγ.): μόνο στη ● ΦΡ.: φιλικά/φίλα διακείμενος/προσκείμενος: που υποστηρίζει ή δείχνει εύνοια, φιλική διάθεση σε πρόσωπο, φορέα ή ιδεολογία· γενικότ. που προτιμά κάτι: οργάνωση ~ ~η προς το/στο κόμμα. Ο ~ ~ Τύπος. [< αρχ. φίλα]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.