Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • δικτυωτός , ή, ό δι-κτυ-ω-τός επίθ. & διχτυωτός: που σχηματίζει 1. δίχτυ: ~ό: καλσόν/πλέγμα/σύρμα περίφραξης. 2. δίκτυο: ~ό: διάγραμμα/μοντέλο δεδομένων.|| (ΙΑΤΡ.) ~ός: σχηματισμός (: ομάδες νευρικών κυττάρων και ινών σε μορφή δικτύου κατά μήκος του εγκεφαλικού στελέχους). ● Ουσ.: δικτυωτό (το): ΤΕΧΝΟΛ. δικτύωμα. [< 1: μτγν. δικτυωτός 2: γαλλ. réticulé, réticulaire]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.