Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • εγγραφή [ἐγγραφή] εγ-γρα-φή ουσ. (θηλ.) 1. σημείωση, καταχώρηση του ονόματος και γενικότ. των στοιχείων κάποιου σε επίσημο κυρ. κατάλογο: ~ μαθητών/μελών/συνδρομητών. ~ σε λέσχη/μητρώο/σύλλογο/σχολείο/φροντιστήριο. Αίτηση/βεβαίωση/δικαίωμα/έντυπο/ημερομηνία ~ής. Ανανέωση/καταβολή ποσού ~ής στη Γραμματεία.|| Έναρξη/λήξη των ~ών (: της περιόδου των ~ών). Βλ. απεγ-, δια-γραφή, προ~. 2. ΛΟΓΙΣΤ. αναγραφή στοιχείων στα λογιστικά βιβλία επιχείρησης, εταιρείας και γενικότ. καταχώριση οικονομικής πράξης: ταμειακή/φορολογική/χρεωστική ~. ~ υποθήκης. Ενεργώ ~. ~ές ανοίγματος-κλεισίματος λογαριασμού. 3. καταγραφή γεγονότων, σκέψεων, εμπειριών: ημερολογιακές ~ές. 4. αποτύπωση πληροφοριών, ακουστικών ή οπτικών σημάτων σε κατάλληλο υλικό, για να διατηρηθούν και να αναπαραχθούν: ~ βιντεοταινίας/δίσκου (πβ. ηχογράφηση)/εικόνας (πβ. μαγνητοσκόπηση)/ήχου/φωνής. ~ σε CD/DVD. 5. ΠΛΗΡΟΦ. σύνολο συναφών στοιχείων δεδομένων που εκλαμβάνονται ως ενιαία μονάδα από ένα υπολογιστικό πρόγραμμα. 6. ΓΕΩΜ. σχεδίαση γεωμετρικού σχήματος μέσα σε ένα άλλο: ~ κύκλου σε τρίγωνο/τετραγώνου σε κύκλο. 7. ΟΙΚΟΝ. επίσημη εκδήλωση ενδιαφέροντος από επενδυτή για την αγορά μιας ποσότητας από ένα νέο πακέτο χρεογράφων που πρόκειται να διατεθεί στην αγορά: ~ μετόχων. ● ΣΥΜΠΛ.: δημόσια εγγραφή: ΟΙΚΟΝ. διάθεση τίτλων προς πώληση στο ενδιαφερόμενο επενδυτικό κοινό, συνήθ. από μεγάλες, οικονομικά εύρωστες επιχειρήσεις πριν από την εισαγωγή τους στο Χρηματιστήριο ή την αύξηση του μετοχικού τους κεφαλαίου. [< αρχ. ἐγγραφή, γαλλ. inscription 4: αγγλ. recording, 1904, 5: αγγλ. record, 1957, 6: μτγν. 7: αγγλ. subscription]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.