εκάς [ἑκάς] ε-κάς επίρρ.: μόνο στη ● ΦΡ.: εκάς οι βέβηλοι! (αρχαιοπρ.): (μακριά οι ασεβείς!) για να δηλωθεί αγανάκτηση απέναντι σε άτομα που με τις πράξεις τους προσβάλλουν κάτι ιερό. [< αρχ. ἑκάς]
έκαστος , η, ο [ἕκαστος] έ-κα-στος αντων. {θηλ. (λογιότ.) εκάστη, -ου (λογιότ.) εκάστου} (λόγ.): (εμφανίζεται συνήθ. σε στερεότυπες εκφρ.) καθένας: ~ος: δικαιούχος/υποψήφιος. Μηνιαίο εισόδημα εκάστου συζύγου. Οι προσδοκίες ~ου από εμάς ποικίλλουν. ~ο (= κάθε) μέρος δύναται να ... ● ΦΡ.: εις έκαστος {ενός εκάστου, ένα έκαστον} (αρχαιοπρ.): καθένας ξεχωριστά: τα δικαιώματα ενός εκάστου., καθ' εκάστην (επίσ.): κάθε μέρα: Ο γιατρός/ο δικηγόρος δέχεται επισκέψεις ~ ~ από ... μέχρι ... [< αρχ. καθ’ ἑκάστην (τήν) ἡμέραν] , καθείς/έκαστος εφ' ω ετάχθη [ἕκαστος ἐφ' ᾧ ἐτάχθη] (αρχαιοπρ.): καθένας στον τομέα του: Για την επιτυχία του συνεδρίου μόχθησαν, ~ ~, πολλοί εκλεκτοί συνάδελφοι., έκαστος/καθείς/καθένας στο είδος του βλ. είδος [< αρχ. ἕκαστος]
εκάστοτε [ἑκάστοτε] ε-κά-στο-τε επίρρ. (λόγ.): κάθε φορά: Εφαρμόζεται ο νόμος ... όπως ~ ισχύει.|| (ως επίθ.) Ο ~ δήμαρχος/πρόεδρος. Οι ~ ανάγκες/συνθήκες. Πρότυπα που προβάλλει η ~ εποχή. [< αρχ. ἑκάστοτε]
είδος
είδος [εἶδος] εί-δος ουσ. (ουδ.) {είδ-ους | -η, -ών} 1. ΒΙΟΛ. σύνολο έμβιων όντων, τα οποία μοιάζουν αρκετά ως προς τα γενετικά, μορφολογικά και φυσιολογικά χαρακτηριστικά τους, με αποτέλεσμα να είναι δυνατή η διασταύρωσή τους: ~ δέντρου/ζώου. Αναπαραγωγή/εξαφάνιση/επιβίωση/μετεξέλιξη του ~ους. ~η βακτηρίων/θηλαστικών. Προστατευόμενα/σπάνια ~η. (κυρ. για ιδιότητες ζώων και φυτών) Διαφέρει από ~ σε ~. Άτομα του ίδιου ~ους. Βλ. οικογένεια, γένος.2. (γενικότ.) κατηγορία έργων, πραγμάτων, στοιχείων, ενεργειών ή σπανιότ. προσώπων με κοινά χαρακτηριστικά: ~ λόγου/τέχνης. ~η αυτοκινήτων/βιβλίων/επιστημών/έρευνας. Εύρεση/κατάταξη ανά/κατά ~. Υπάρχουν δύο ~ών άνθρωποι, οι καλοί και οι κακοί. || (ΦΙΛΟΣ.) Η έννοια του ~ους κατ' αντιδιαστολή προς την ευρύτερη έννοια του γένους.3. μορφή· ποιότητα: ~ ντυσίματος (πβ. στιλ). Το χειρότερο ~ απάτης. Τέτοιου ~ους επενδύσεις. Δεν παρέχει κανενός ~ους εγγύηση (= καμιά). (αόριστα) (Πρόκειται για) ένα ~ άρνησης/εκδίκησης/επικοινωνίας/θεραπείας. Υφίσταται ένα ~ εκβιασμού/καταπίεσης.|| Τι ~ους (= σόι) άνθρωπος είναι/εκπαίδευση προσφέρει; (μειωτ.) Δεν εμπιστεύομαι τους επαγγελματίες του ~ους σου. Πβ. ποιόν. ● είδη (τα): σύνολο εμπορικών κυρ. προϊόντων με ίδια χρήση: αφορολόγητα/εποχιακά/οικιακά/τουριστικά ~. ~ αναψυχής/γάμου/γραφείου/δώρων/εξοχής/επίπλωσης/ρουχισμού/ταξιδίου/υπόδησης/χορού. Κωδικός/ταξινόμηση/τιμοκατάλογος ~ών. [< μτγν. εἴδη, γαλλ. articles] ● ΣΥΜΠΛ.: το ανθρώπινο είδος/γένος: για γενικότερη αναφορά στον άνθρωπο: διαιώνιση/εξέλιξη του ~ου ~ους. Η σηµασία της φύσης για το ~ ~. Πβ. ανθρωπότητα., απειλούμενα είδη βλ. απειλούμενος, γραφικά (είδη) βλ. γραφικός, είδη μαναβικής βλ. μαναβική, είδη προικός βλ. προίκα, είδη υγιεινής βλ. υγιεινή, λευκά είδη βλ. λευκός, λογοτεχνικά γένη/είδη βλ. λογοτεχνικός, προσωπικά είδη βλ. προσωπικός ● ΦΡ.: είδος εν ανεπαρκεία [ἐν ἀνεπαρκείᾳ] (λόγ.): για κάτι που βρίσκεται σε έλλειψη: ~ ~ ο ελεύθερος χρόνος/το πράσινο στην πόλη., έκαστος/καθείς/καθένας στο είδος του (λόγ.): καθένας είναι ικανός στην ειδικότητά του, στο επάγγελμα ή στην τέχνη που ασκεί., εν είδει [ἐν εἴδει] (λόγ.): (+ γεν.) με τη μορφή, σαν: τραγούδι ~ ~ ύμνου. Δραστηριότητα ~ ~ παιχνιδιού. ΣΥΝ. δίκην, κάθε/παντός είδους & ειδών ειδών (+ ονομαστ. πληθ.): συμπεριλαμβανομένων όλων των ποικίλων στοιχείων που ανήκουν στην ίδια κατηγορία: ~ ~ άνθρωποι/εργασίες. Δεν επιτρέπεται κάθε ~ δόμηση. Ανάληψη κάθε ~ πρωτοβουλίας. Εκτυπώσεις παντός ~. ΣΥΝ. κάθε λογής & λογής λογής & λογιών λογιών, σε είδος: δίνοντας ως αντάλλαγμα πράγματα ή υπηρεσίες αντί για χρήματα: ανταλλαγή/εισφορές/παροχές ~ ~. Αμοιβή/πληρωμή ~ ~. Οικονομική ή ~ ~ συμμετοχή., στο είδος του: σε σχέση με άλλους ή άλλα στοιχεία της κατηγορίας στην οποία ανήκει: κλασικός/κορυφαίος/πρωτοπόρος ~ ~. Νέο μοντέλο αυτοκινήτου που θεωρείται ένα από τα καλύτερα ~ ~ (: στην κλάση του)., (είδος) υπό εξαφάνιση βλ. εξαφάνιση, είδη/αγαθά πρώτης ανάγκης βλ. ανάγκη, του χειρίστου είδους βλ. χείριστος [< 1,2: αρχ. εἶδος, αγγλ. species 3: γαλλ. espèce]
ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ
Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα 210 3664700 Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.