Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • εμβριθής , ής, ές [ἐμβριθής] εμ-βρι-θής επίθ. {εμβριθ-ούς | -είς (ουδ. -ή)· εμβριθέστ-ερος, -ατος} (απαιτ. λεξιλόγ.): που χαρακτηρίζεται από εμβρίθεια: ~ής: κριτικός/μελετητής.|| ~ής: ανάλυση/εξέταση. Άρτιο και ~ές δοκίμιο. Πβ. βαθυστόχαστος, εμπεριστατωμένος, περισπούδαστος. ● επίρρ.: εμβριθώς [-ῶς] (λόγ.) [< αρχ. ἐμβριθής ‘βαρύς, σοβαρός’]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.