Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • εξωυπηρεσιακός , ή, ό [ἐξωυπηρεσιακός] ε-ξω-υ-πη-ρε-σι-α-κός επίθ.: ΓΡΑΦΕΙΟΚΡ. που συμβαίνει εκτός υπηρεσίας: ~ή: απασχόληση. Παράτυπες ~ές δραστηριότητες. ΑΝΤ. ενδοϋπηρεσιακός ● επίρρ.: εξωυπηρεσιακά [< αγγλ. extra-departmental]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.