Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • επιμέρους [ἐπιμέρους] ε-πι-μέ-ρους επίθ. {άκλ.} & επί μέρους (λόγ.): που αποτελεί τμήμα ενός συνόλου: ~ ενότητες/θέματα/κατηγορίες/κλάδοι/λειτουργίες/τομείς. Διαφωνίες σε ~ σημεία. Τα ~ και τα γενικότερα προβλήματα. Βασικοί και ~ στόχοι. Πβ. ειδικότερος, ιδιαίτερος, μεμονωμένος.|| (ΦΙΛΟΣ.) ~ όροι (: για την περιγραφή των συγκεκριμένων πραγμάτων, π.χ. "Αυτό το λουλούδι". ΑΝΤ. καθολικοί). ● Ουσ.: επιμέρους (τα): αυτά που έχουν δευτερεύουσα σημασία: Ασχολείται με τα ~ και τα επουσιώδη. [< αρχ. φρ. ἐπί μέρους]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.