Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • ερασιτεχνικός , ή, ό [ἐρασιτεχνικός] ε-ρα-σι-τε-χνι-κός επίθ. ΑΝΤ. επαγγελματικός 1. που σχετίζεται με ερασιτέχνη ή γίνεται από αυτόν: ~ός: αθλητισμός/θίασος/σταθμός/σύλλογος. ~ή: ομάδα/ταινία. ~ό: βίντεο/θέατρο/ποδόσφαιρο/πρωτάθλημα. ~οί: αγώνες. ~ές: ηχογραφήσεις/παραγωγές. ~ά: συγκροτήματα. Βλ. ραδιο~.|| ~ή ενασχόληση με τον χορό (πβ. ευκαιρ-, περιστασ-ιακός). ~ή εκτίμηση της κατάστασης (πβ. εμπειρ-, πρακτ-ικός). 2. (για εργασία, υπηρεσία, προϊόν) που υστερεί σε οργάνωση, ποιότητα και αποτελεσματικότητα: ~ός: σχεδιασμός. ~οί: χειρισμοί. Πβ. πρόχειρος. ● επίρρ.: ερασιτεχνικά & (λόγ.) -ώς [-ῶς]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.