Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • ευσταχιανός , ή, ό [εὐσταχιανός] ευ-στα-χι-α-νός επίθ.: στο ● ΣΥΜΠΛ.: ευσταχιανή σάλπιγγα: ΑΝΑΤ.-ΙΑΤΡ. λεπτός, οστεώδης και χόνδρινος σωλήνας (πόρος) που συνδέει την κοιλότητα του μέσου αυτιού με τον ρινοφάρυγγα και εξισορροπεί την πίεση του αέρα σε καθεμιά από τις δύο πλευρές της μεμβράνης του τυμπάνου. [< γερμ. eustachische, ιταλ. ανθρ. B. Eustachio]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.