ευχαριστώ [εὐχαριστῶ] ευ-χα-ρι-στώ ρ. (μτβ.) {ευχαριστ-είς ... | ευχαρίστ-ησα, -ώντας} & (προφ.) φχαριστώ {(λαϊκό) -άς} 1. εκφράζω ευχαριστίες σε κάποιον: Σ' ~ εκ των προτέρων/μέσα απ' την καρδιά μου/πολύ για τη βοήθειά σου/την ηθική συμπαράσταση! ~ που με στηρίζεις! Σας ~ για τα καλά σας λόγια/τη φιλοξενία! Θα ήθελα να σας ~ήσω θερμά! Μη μ' ~είς εσύ, εγώ πρέπει να σ' ~ήσω!|| Να ~είς (= δοξάζεις, ευγνωμονείς) τον Θεό/την τύχη που είσαι ζωντανός! Βλ. κατ~, υπερ~. 2. ως ευγενική απάντηση, αρνητική ή μη: -Ορίστε! -~ (πολύ)!|| -Θέλετε; -Όχι, ~ (, δεν θα πάρω).|| -Τι κάνετε; -Καλά, ~. Βλ. παρακαλώ. ● ευχαριστεί (+ προσωπ. αντων.): ικανοποιεί: Η δουλειά μου με ~ και με γεμίζει. Την ~ να γνωρίζει ανθρώπους. Κάνε πράγματα που σε ~ούν. Όλα όσα έγραψες με ~ησαν (: χαροποίησαν) πολύ. Πβ. ευαρεστώ, ευφραίνω, τέρπω. ● Ουσ.: ευχαριστώ (το): έκφραση ή λόγια ευχαριστίας: Νιώθω την ανάγκη να πω/χρωστάω ένα (μεγάλο/τεράστιο) ~ σε όλους. Δεν μας είπαν ούτε (ένα) ~. Χίλια ~ για όσα έχετε κάνει!|| (ειρων.-ως έκφρ. πικρίας) Αυτό ήταν το ~ για όσα σου έχω προσφέρει. [< γαλλ. merci] [< 1: μτγν. εὐχαριστῶ, γαλλ. remercier, faire plaisir]
ευχαρίστως [εὐχαρίστως] ευ-χα-ρί-στως επίρρ. (λόγ.): με (μεγάλη) ευχαρίστηση: Θα συνεργαζόμουν ~ (= πρόθυμα) μαζί τους. ~ (= με πολλή χαρά) να σε βοηθήσω/φιλοξενήσω! Η πρόταση έγινε ~ δεκτή.|| (ως απάντηση) -Θα ήθελα μια χάρη! -Αν μπορώ, (πολύ) ~. Βλ. ευχάριστα. [< αρχ. εὐχαρίστως, γαλλ. avec plaisir]
παρακαλώ
παρακαλώ [παρακαλῶ] πα-ρα-κα-λώ ρ. (μτβ. κ. αμτβ.) {παρακαλ-είς κ. -άς ...| παρακάλ-εσα, παρακαλ-είται, παρακλή-θηκε (λόγ. παρεκλήθη, -θησαν), -θεί, παρακαλ-ώντας} 1. & παρακαλάω: ζητώ ευγενικά από κάποιον να κάνει κάτι· ικετεύω, εύχομαι: ~ (κάποιον) επίμονα/θερμά. Καιρό τώρα την ~άω να βγούμε. Τον ~εσα να μην πάει. Θα ήθελα να/θα σας ~έσω να μην καθυστερήσετε. ~είται όποιος γνωρίζει κάτι να επικοινωνήσει μαζί μας. ~είστε να/(λόγ.) όπως προσέλθετε ντυμένοι ευπρεπώς. Σας αποστέλλω την παρούσα επιστολή, ~ώντας για ...|| Κάποια μέρα θα με ~άς. Σιγά μην τους ~έσω κιόλας.|| ~ούσε (γονατιστός) την Παναγία. Να ~άς τον Θεό να σε βοηθήσει. Πβ. εκλιπαρώ, θερμο~, προσεύχομαι.|| Να ~άς να μη σε πετύχω πουθενά. ~άτε να κάνει καλό καιρό την Κυριακή.2. ως έκφραση ευγένειας, προκειμένου να ζητήσουμε από κάποιον κάτι, να τον εξυπηρετήσουμε ή να απαντήσουμε θετικά: Σας ~, τι ώρα είναι; ~ καθίστε/περάστε/περιμένετε. Ο επόμενος, ~. (ως απάντηση σε τηλεφώνημα:) (Λέγετε) ~! ~, ποιος είναι; (σε εστιατόρια, καφετέριες) ~, τι θα πάρετε; Ένα καφέ, σας ~.|| -Σε ευχαριστώ πολύ για όλα. -~, (δεν κάνει τίποτα). -Μπορώ να πάρω ένα γλυκό; -~! [< 1: μτγν. παρακαλῶ 2: γαλλ. prier]
ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ
Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα 210 3664700 Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.