Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • ζεύκτης ζεύ-κτης ουσ. (αρσ.) 1. ΗΛΕΚΤΡΟΝ. συσκευή που μεταφέρει ενέργεια μεταξύ δύο κυκλωμάτων, με τη χρήση χωρητικής, άμεσης, επαγωγικής ή σύνθετης σύζευξης: κατευθυντικοί/οπτικοί ~ες. 2. μηχανισμός που εξυπηρετεί τη σύνδεση δύο ή περισσοτέρων αντικειμένων: ~ κεραιών. [< αγγλ. coupler, 1914]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.