Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • ηλεκτροκαυτηρίαση [ἠλεκτροκαυτηρίαση] η-λε-κτρο-καυ-τη-ρί-α-ση ουσ. (θηλ.): ΙΑΤΡ. καταστροφή ιστών με ειδικό όργανο, που έχει θερμανθεί με ηλεκτρικό ρεύμα: Η αιμορραγία ελέγχθηκε με ~. Βλ. διαθερμία, ηλεκτροχειρουργική, κρυοπηξία. [< αγγλ. electrocauterization, γαλλ. électrocautérisation]

διαθερμία

διαθερμία δι-α-θερ-μί-α ουσ. (θηλ.): ΙΑΤΡ. θεραπευτική μέθοδος που χρησιμοποιεί υψίσυχνο ηλεκτρικό ρεύμα για την παραγωγή θερμότητας στους ιστούς του σώματος: χειρουργική ~. ~ μικροκυμάτων. Μασάζ, υπέρηχοι και ~ες (: στη φυσιοθεραπεία). ~ες για τη βελτίωση της κυκλοφορίας του αίματος. Βλ. θερμοθεραπεία, κρυοπηξία. [< γαλλ. diathermie, 1922, αγγλ. diathermy, 1909]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.