ημισέληνος [ἡμισέληνος] η-μι-σέ-λη-νος ουσ. (θηλ.) {ημισελήν-ου} (λόγ.) 1. μισοφέγγαρο, κυρ. ως σύμβολο του ισλαμισμού ή έμβλημα της σημαίας πολλών μουσουλμανικών κρατών, ιδ. της Τουρκίας. Βλ. πανσέληνος, σταυρός.2. (κατ' επέκτ.) το Ισλάμ ή το τουρκικό κράτος· παρωχ. η Οθωμανική Αυτοκρατορία. ● ΣΥΜΠΛ.: Ερυθρά Ημισέληνος: μουσουλμανική ανθρωπιστική οργάνωση αντίστοιχη του Ερυθρού Σταυρού. [< γαλλ. Croissant-Rouge] [< τουρκ. yarιmay, γερμ. Halbmond, πβ. μεσν. επίθ. ημισέληνος 'που αναφέρεται στη μισή σελήνη']
πανσέληνος
πανσέληνος παν-σέ-λη-νος ουσ. (θηλ.) {-ου (λόγ.) -ήνου}: ΑΣΤΡΟΝ. φάση της Σελήνης κατά την οποία αυτή φωτίζεται ολόκληρη από τον Ήλιο και φαίνεται από τη Γη σαν ένας τέλειος φωτεινός δίσκος· το χρονικό διάστημα που διαρκεί αυτή η φάση: αυγουστιάτικη ~. Έχει ~ο απόψε. Βλ. φεγγαράδα.|| Μπλε ~ (: σπάνιο φαινόμενο κατά το οποίο η ~ εμφανίζεται για δεύτερη φορά μέσα στον ίδιο μήνα). [< αγγλ. blue moon] [< αρχ. πανσέληνος]
ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ
Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα 210 3664700 Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.