Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • κάστινγκ κά-στινγκ ουσ. (ουδ.) {άκλ.}: επιλογή προσώπων, κυρ. καλλιτεχνών, για συμμετοχή τους σε τηλεοπτική, κινηματογραφική, θεατρική, μουσική ή άλλη παραγωγή· η αντίστοιχη διαδικασία, π.χ. μέσω δοκιμαστικής ακρόασης· καστ: Πέρασα από ~. Κάνουν ~ για μια ταινία. Πβ. διανομή ρόλων, οντισιόν. [< αγγλ. casting, γαλλ. ~, πριν από το 1972]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.