Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • καταχωρώ [καταχωρῶ] κα-τα-χω-ρώ ρ. (μτβ.) {καταχωρ-είς ..., -ώντας | καταχώρ-ησα, -ήσει, -είται, -ήθηκε, -ηθεί, -ούμενος, -ημένος}: καταγράφω, εγγράφω· σπανιότ. δημοσιεύω: Η αίτηση ~είται κατά αλφαβητική/χρονική σειρά στη βάση δεδομένων. Λέξη που ~ήθηκε στο λεξικό. Η συλλογή δεν έχει ακόμα ~ηθεί στον ηλεκτρονικό κατάλογο της βιβλιοθήκης. Μη ~ημένα εμπορικά σήματα/στοιχεία. Πβ. περνώ. Βλ. πρωτοκολλώ.|| Η εφημερίδα ~ησε την αγγελία. ΣΥΝ. καταχωρίζω [< πβ. μτγν. καταχωρῶ ‘υποχωρώ, παραχωρώ’, γαλλ. enregistrer]

πρωτοκολλώ

πρωτοκολλώ [πρωτοκολλῶ] πρω-το-κολ-λώ ρ. (μτβ.) {πρωτοκολλ-ά κ. -εί ... | πρωτοκόλλ-ησε, -άται κ. -είται, -ήθηκε, -ημένος}: καταχωρώ έγγραφο στο πρωτόκολλο: Αίτηση που ~είται από την αρμόδια υπηρεσία. Η επιστολή ~ήθηκε με αριθμό ... [< γαλλ. enregistrer, γερμ. protokollieren]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.