Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • κλεψύδρα κλε-ψύ-δρα ουσ. (θηλ.) 1. όργανο μέτρησης του χρόνου, το οποίο αποτελείται από δύο δοχεία που συνδέονται με πολύ λεπτό σωλήνα, μέσω του οποίου η ξηρή άμμος ή το υγρό, κυρ. νερό, που περιέχεται στο ένα, πέφτει σιγά-σιγά στο άλλο, όταν αυτά τοποθετηθούν κατακόρυφα: (Αναποδο)γυρίζω την ~ (: για να ξεκινήσει η χρονομέτρηση). Αδειάζει/τελειώνει η ~ (= εξαντλείται ο χρόνος). 2. ΠΛΗΡΟΦ. το αντίστοιχο εικονίδιο που εμφανίζεται στην οθόνη ηλεκτρονικού υπολογιστή και δηλώνει την εκτέλεση εντολής. Βλ. βέλος, κέρσορας, χεράκι. 3. ΑΡΧΑΙΟΛ. αγγείο με οπές στον πυθμένα του από όπου έσταζε αργά-αργά το νερό που περιείχε και το άδειασμα του οποίου αντιστοιχούσε σε ορισμένο χρονικό διάστημα. [< 1,3: αρχ. κλεψύδρα, αγγλ. clepsydra, γαλλ. clepsydre]

βέλος

βέλος βέ-λος ουσ. (ουδ.) {βέλ-ους | -η, -ών} 1. λεπτή, μακρόστενη και συνήθ. ξύλινη ράβδος με συνήθ. μεταλλική αιχμή στο εμπρόσθιο άκρο της και φτερά στο οπίσθιο, η οποία εξακοντίζεται από τόξο προς συγκεκριμένο στόχο: δηλητηριασμένα ~η. Εκτόξευσε/έριξε/πέταξε το ~. Βλ. φαρέτρα.|| (μτφ.) Τον χτύπησαν τα ~η του έρωτα (= ερωτεύτηκε). ΣΥΝ. σαΐτα (2) 2. (κατ' επέκτ.) οτιδήποτε μοιάζει με βέλος και δηλώνει κατεύθυνση, φορά, συνεπαγωγή: διπλό/φωτεινό ~. ~ προς τα αριστερά (: αριστερό ~)/δεξιά/κάτω/πάνω. Σελιδοδείκτης/σηματοδότης σε σχήμα ~ους. Πινακίδα με ~. Ακολουθήστε τα ~η! Βλ. βελόνα, τόξο.|| (ΠΛΗΡΟΦ.) Πλήκτρα ~ους. Το ποντίκι γίνεται ~ στη οθόνη (βλ. κέρσορας).|| (ΜΗΧΑΝ.) ~ κάμψης δοκού. 3. ΑΣΤΡΟΝ. (με κεφαλ. Β) μικρός αστερισμός του Βόρειου Ημισφαιρίου. Βλ. Κύκνος, Λύρα.βελάκια (τα): νταρτς: μπιλιάρδο και ~., βέλη (τα) (μτφ.): μομφές, υπαινιγμοί: Εξακόντισε/εξαπέλυσε τα αιχμηρά/δηλητηριώδη/φαρμακερά ~ του κατά ... Πβ. αιχμές, βολές, πυρά. ● Υποκ.: βελάκι (το): στις σημ. 1, 2. ● ΣΥΜΠΛ.: κόκκινα βέλη: διάσημο ακροβατικό σμήνος της βρετανικής πολεμικής αεροπορίας. [< αγγλ. Red Arrows] , πάρθιο(ν) βέλος βλ. πάρθιος ● ΦΡ.: βέλη στη φαρέτρα (μτφ.): όπλα, λύσεις, διέξοδοι: Με όλα τα ~ ~ της θα παραταχθεί η ομάδα (: χωρίς απουσίες βασικών παικτών). Έχει κι άλλα ~ ~ της η ελληνική αντιπροσωπεία (: εναλλακτικές προτάσεις. Πβ. άσος στο μανίκι, χρυσή εφεδρεία)., εξ οικείων/εξ ιδίων τα βέλη (λόγ.): για ύπουλο χτύπημα ή κατηγορίες που δέχεται κάποιος, κυρ. χωρίς να το περιμένει, από πρόσωπα του περιβάλλοντός του, συνήθ. στενούς συνεργάτες., σαν βέλος/ρουκέτα/σαΐτα: πολύ γρήγορα: Έφυγε ~ ~ (= αστραπή, βολίδα, σφαίρα). [< πβ. γαλλ. comme une flèche] [< 1: αρχ. βέλος 2: αγγλ. arrow 3: γαλλ. Flèche]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.