Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • κορυφογραμμή κο-ρυ-φο-γραμ-μή ουσ. (θηλ.): ΓΕΩΓΡ. η γραμμή που φαίνεται ότι σχηματίζουν οι κορυφές βουνού: απότομη/ομαλή ~. Διάσχιση ~ής. Πβ. ράχη, φρύδι.|| (ΟΙΚΟΔ.) ~ της στέγης (: διαμορφώνεται από δυο σειρές πλακών που στερεώνονται με κονίαμα). [< γαλλ. ligne de crête]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.