Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • κοσμητεία κο-σμη-τεί-α ουσ. (θηλ.) (κ. με κεφαλ. Κ) 1. διοικητικό όργανο Πανεπιστημιακής Σχολής, το οποίο απαρτίζεται από τον Κοσμήτορα, τους Προέδρους των Τμημάτων και έναν εκπρόσωπο των φοιτητών κάθε Τμήματος· συνεκδ. ο χώρος όπου εδρεύει το αντίστοιχο όργανο: ανακοίνωση/συνεδρίαση της ~ας. Τα μέλη/το συμβούλιο της ~ας. Με απόφαση/εισήγηση της ~ας ...|| Η γραμματεία της ~ας. Βλ. πρυτανεία, σύγκλητος. 2. το αξίωμα του κοσμήτορα· συνεκδ. το χρονικό διάστημα της θητείας του ή το γραφείο του: εκλογές για την ~.|| Επί ~ας του ... [< πβ. μτγν. κοσμητεία ‘το αξίωμα του κοσμήτορα’, γερμ. Dekanat, γαλλ. décanat]

πρυτανεία

πρυτανεία πρυ-τα-νεί-α ουσ. (θηλ.) 1. το ανώτατο διοικητικό όργανο πανεπιστημιακού ιδρύματος και οι υπηρεσίες του: γραμματεία/γραφείο ~ας. 2. η ιεραρχική βαθμίδα και συνεκδ. η θητεία του πρύτανη: υποψήφιοι για την ~.|| Η ανάθεση του έργου έγινε επί ~ας του ... Βλ. αντι~. 3. (συνεκδ.) το κτίριο στο οποίο εδρεύουν οι πρυτανικές Αρχές: η ~ του Πολυτεχνείου. [< μτγν. πρυτανεία ‘περίοδος προεδρίας των πρυτάνεων’, γερμ. Rektorat ή γαλλ. rectorat]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.