Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • κούκις κού-κις ουσ. (ουδ.) (τα) {άκλ.} 1. ΤΕΧΝΟΛ. ΤΡΟΦ. στρογγυλά αφράτα μπισκότα: ~ βανίλιας. ~ με σοκολάτα. 2. ΠΛΗΡΟΦ. αρχεία κειμένου που πιστοποιούν την ταυτότητα υπολογιστή, επιτρέποντας στον διακομιστή να απομνημονεύει τα προσωπικά δεδομένα, να συγκρατεί τις προτιμήσεις και να καταγράφει τη διαδικτυακή συμπεριφορά του χρήστη. [< 1: αγγλ. cookies 2: αμερικ. ~, 1987, γαλλ. ~, 1996]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.