Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • μεθυλένιο με-θυ-λέ-νι-ο ουσ. (ουδ.) {μεθυλενί-ου}: ΧΗΜ. δισθενής οργανική ρίζα που αποτελείται από ένα άτομο άνθρακα και δύο άτομα υδρογόνου και προέρχεται από το μεθάνιο: χλωριούχο ~. Κυανούν/μπλε του ~ου (: είδος χρωστικής). [< γαλλ. méthylène, αγγλ. methylene < methy, αρχ. μέθυ ‘κρασί’ + hylē, αρχ. ὕλη ‘ξυλεία’]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.