Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • μεσοκοιλιακός , ή, ό με-σο-κοι-λι-α-κός επίθ.: ΑΝΑΤ.-ΙΑΤΡ. που βρίσκεται ή εμφανίζεται ανάμεσα στις κοιλίες της καρδιάς: ~ή επικοινωνία ή έλλειμμα του ~ού διαφράγματος (: συνηθισμένη μορφή συγγενούς καρδιοπάθειας). Βλ. μεσοκολπικός. [< αγγλ. interventricular]

μεσοκολπικός

μεσοκολπικός, ή, ό με-σο-κολ-πι-κός επίθ.: ΑΝΑΤ.-ΙΑΤΡ. που βρίσκεται ή εμφανίζεται ανάμεσα στους κόλπους της καρδιάς: (σε διάφορες μορφές καρδιοπάθειας) ~ή: επικοινωνία. Ανεύρυσμα του ~ού διαφράγματος. Βλ. μεσοκοιλιακός. [< αγγλ. interatrial, 1911]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.