Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • μεταβίβαση με-τα-βί-βα-ση ουσ. (θηλ.) 1. (λόγ.) μεταφορά, μετάδοση: ~ γνώσεων/μηνυμάτων/(ΑΘΛ.) της μπάλας (= πάσα)/πληροφοριών/της σκέψης (= τηλεπάθεια)/στοιχείων. Ηλεκτρονική ~ δεδομένων. Βλ. νευρο~. ΣΥΝ. διαβίβαση 2. ΝΟΜ. επίσημη παραχώρηση, συνήθ. δικαιώματος ή περιουσιακού στοιχείου σε κάποιον: ~ ακινήτου/δικαιώματος (υπογραφής)/εξουσίας/ευθύνης/ιδιοκτησίας/κυριότητας/μετοχών. Κληρονομική ~ άδειας αυτοκινήτου. Έξοδα/παράβολο/τέλη/φόρος ~ης. Πβ. κληροδοσία, παράδοση. ΣΥΝ. εκχώρηση (1) [< μεσν. μεταβίβασις, γαλλ. transmission, transfert]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.