Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • μητρίτιδα μη-τρί-τι-δα ουσ. (θηλ.): ΙΑΤΡ. φλεγμονή της μήτρας. Βλ. -ίτιδα. [< γαλλ. métrite, αγγλ. metritis]

-ίτιδα

-ίτιδα & (λόγ.) -ίτις {-ίτιδος}: ΙΑΤΡ. επίθημα θηλυκών ουσιαστικών που δηλώνουν φλεγμονή: αδεν~/αμυγδαλ~/κολπ~/λαρυγγ~/σκληρ~ (σύγκρ. σκληρ-ίαση)/σκωληκοειδ- (πβ. -ίτης)/φαρυγγ~. Βλ. -αλγία, -πάθεια, -ωση2.

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.