Αναζήτηση

Χρηστικό λεξικό

  • Επιλογές αναζήτησης
Βρέθηκαν 1 εγγραφές  [0-1]


  • ναυτιλλόμενος ναυ-τιλ-λό-με-νος ουσ. (αρσ.) (λόγ.): ναυτικός. Κυρ. στη ● ΦΡ.: οδηγίες προς ναυτιλλομένους 1. (μτφ.) συμβουλές σε όποιον πρόκειται να ξεκινήσει ή να επιχειρήσει κάτι. 2. ΝΑΥΤ. οδηγίες για ασφαλή πλεύση στους αξιωματικούς και το πλήρωμα πλοίου. [< 2: αγγλ. maritime safety information (MSI)] [< αρχ. ναυτιλλόμενος]

ΑΚΑΔΗΜΙΑ ΑΘΗΝΩΝ

  Πανεπιστημίου 28, 106 79, Αθήνα
  210 3664700
  Αυτή η διεύθυνση ηλεκτρονικού ταχυδρομείου προστατεύεται από τους αυτοματισμούς αποστολέων ανεπιθύμητων μηνυμάτων. Χρειάζεται να ενεργοποιήσετε τη JavaScript για να μπορέσετε να τη δείτε.

ΠΛΗΡΟΦΟΡΙΕΣ

Αθήνα 2023.
Τρίστηλο με έγχρωμα λήμματα, σε χαρτί βίβλου των 60γρ. διαστάσεων 21 x 29,50 εκατοστά.